Το άνθος.
Αυτό το άνθος δεν πρέπει νάτανε για μας
Εμείς κατηναλώσαμεν ολόκληρον τον χρόνον της ημέρας μας
Σε αφελείς και αδέξιες επιδόσεις.
Ατημέλητοι, με το χέρι στην τσέπη, περιπλανήθημεν
Ανά τους δρόμους και τας πλατείας αυτής της πόλεως.
Ιδανικά αδιάφοροι, εγκαταλείψαμε την προσοχή μας
Σε κάθε λογής επουσιώδεις περισπασμούς.
Σπαταλήσαμε απερίσκεπτα την περιουσία μας,
Αγοράζοντας και μασουλώντας συνεχώς
Στραγάλια και παστέλια και μαντζούνια!
Είναι, νομίζομεν, περιττό να τονισθή
Ότι απέσχομεν από κάθε σκέψη σχετικής με συστηματικάς δραστηριότητας-
Ή, πόσω μάλλον, με ιπποτικά κατορθώματα
Ή ιδανικούς έρωτες και τα παρόμοια.
Κυρίως ειπείν: απέσχομεν από πάσαν σκέψιν!
Αυτό το άνθος, επομένως, δεν πρέπει νάτανε για μας.
Γιατί, όταν περί το μεσονύκτιον, επιστρέφοντας,
Διερχόμεθα από εκείνον τον ημίφωτο δρομάκο,
Όταν, λέγω, πίσω από τα βαριά παραπετάσματα
Του υψηλοτέρου παραθύρου ενός παμπάλαιου μεγάρου
Πρόβαλε κείνο το αβρό παρθενικό χεράκι
Και μας το επέταξε τρέμοντας,
Εμείς, όλως ανέτοιμοι και αναρμόδιοι ως είμεθα,
Το αρπάξαμε μηχανικά στον αέρα
Και το φάγαμε-
Το άνθος! Καταλαβαίνετε?
Το φάγαμε, το μασουλήσαμε και αυτό,
Με την ίδια ακριβώς ανευθυνότητα
Που όλη τη μέρα μασουλούσαμε
Στραγάλια και παστέλια και μαντζούνια!..
Ώ ! ασφαλώς, ασφαλώς!
Αυτό το άνθος δεν πρέπει,
Δεν μπορεί να ήτανε για μας!..
Άλεκ Σχινάς, Περ. "Στάχυς", 1952.
Αυτό το άνθος δεν πρέπει νάτανε για μας
Εμείς κατηναλώσαμεν ολόκληρον τον χρόνον της ημέρας μας
Σε αφελείς και αδέξιες επιδόσεις.
Ατημέλητοι, με το χέρι στην τσέπη, περιπλανήθημεν
Ανά τους δρόμους και τας πλατείας αυτής της πόλεως.
Ιδανικά αδιάφοροι, εγκαταλείψαμε την προσοχή μας
Σε κάθε λογής επουσιώδεις περισπασμούς.
Σπαταλήσαμε απερίσκεπτα την περιουσία μας,
Αγοράζοντας και μασουλώντας συνεχώς
Στραγάλια και παστέλια και μαντζούνια!
Είναι, νομίζομεν, περιττό να τονισθή
Ότι απέσχομεν από κάθε σκέψη σχετικής με συστηματικάς δραστηριότητας-
Ή, πόσω μάλλον, με ιπποτικά κατορθώματα
Ή ιδανικούς έρωτες και τα παρόμοια.
Κυρίως ειπείν: απέσχομεν από πάσαν σκέψιν!
Αυτό το άνθος, επομένως, δεν πρέπει νάτανε για μας.
Γιατί, όταν περί το μεσονύκτιον, επιστρέφοντας,
Διερχόμεθα από εκείνον τον ημίφωτο δρομάκο,
Όταν, λέγω, πίσω από τα βαριά παραπετάσματα
Του υψηλοτέρου παραθύρου ενός παμπάλαιου μεγάρου
Πρόβαλε κείνο το αβρό παρθενικό χεράκι
Και μας το επέταξε τρέμοντας,
Εμείς, όλως ανέτοιμοι και αναρμόδιοι ως είμεθα,
Το αρπάξαμε μηχανικά στον αέρα
Και το φάγαμε-
Το άνθος! Καταλαβαίνετε?
Το φάγαμε, το μασουλήσαμε και αυτό,
Με την ίδια ακριβώς ανευθυνότητα
Που όλη τη μέρα μασουλούσαμε
Στραγάλια και παστέλια και μαντζούνια!..
Ώ ! ασφαλώς, ασφαλώς!
Αυτό το άνθος δεν πρέπει,
Δεν μπορεί να ήτανε για μας!..
Άλεκ Σχινάς, Περ. "Στάχυς", 1952.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου