Κυριακή 11 Μαΐου 2025

Μιχάλης Χελιώτης

Το κορμί μου γέμισε βρύα
Ξύνομαι ν απαλλαγώ
Και τότε ανάβει εντός μου
Μια κάψα, μια πυρκαγιά έρωτα.
Που πάει; Υπομονή.
Θα έρθει το φθινόπωρο, θα μαραθώ,
Θα γαληνέψω μέσα σε στίχους!
Αν δεν είχα την ποίηση
(αιμάσουσα, χαρά μου και πληγή)
Θάθελα ναμουνα αγκάθι.
Ριζωμένο πάντα σ ένα ξερό βράχο.
Γαλήνιος, αποξεραμένος, τεθνεός.
Ένα θαυμάσιο μωβ τίποτα.
Που κεντρίζει. Που τρυπάει.
Που ματώνει.
Κι εμπνέει!

Μιχάλης Χελιώτης, "Αδυσώπητο μωβ", Ιδιωτική έκδοση, Δεύτερη έκδοση, Αθήνα 1999. 



Σωκράτης Καλαϊτζής

ΔΕΝ ΕΧΩ ΤΙΠΟΤΑ-
ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ 

(ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΑΘΗΝΑ 1969)

Δεν ήθελα να βλέπω
κι όμως έπρεπε να βλέπω.
Δεν μπορούσα να κοιτάζω,
κι έκλεινα τα μάτια για να βλέπω καλύτερα,
με τα βλέφαρά μου έναστρες αυλαίες.
Όταν τ' άνοιγα έβλεπα μπρος μου ό,τι τύχει. 
Όταν τα 'κλεινα έβλεπα μπρος μου ό,τι ζητούσα. 
Ίσως γι' αυτό έβλεπα,
όταν έκλεινα τα μάτια. 

Σωκράτης Γ. Καλαϊτζής, Σκιάχτρα ντυμένα με σμόκιν φιλανθρώπων, 1969.  



Γιάννης Πομώνης, Δύο ποιήματα

Γιάννης Πομώνης | Δύο ποιήματα από τη συλλογή "Θανάτου Ελαύνοντος"

Συμβάν

Το βίο του
θέλησε να διηγηθεί
με συντομία και
λιτότητα.

Οι λέξεις
τρύπιες δεκάρες
έπεσαν κάτω
μ’ εκείνον τον κρωγμό
που κάνει το φέρετρο
σαν από αδέξια χέρια
βρίσκει στα πλαϊνά.

~*~

Ηλιοβασίλεμα

Πάνω σε πλάτες κουρασμένες
πέφτει το δείλι
μ' εκείνο του παράπονου
το χρώμα:
ήρεμο τέλος ενός τσιγάρου
που σβήνει διακριτικά
καθώς τελειώνει ο προορισμός του. 

*Γιάννης Πομώνης, Θανάτου ελαύνοντος, εκδ. Ααγής,
Αθήνα, Φεβρουάριος 1993. 

**Κολλάζ της 6ης σελίδας του βιβλίου: Κώστας Κρεμμύδας.



Βασίλης Παπάς

ΙΙ 

Ένα άσπρο σύννεφο σαν ψάρι 
κολυμπά στον ουρανό 
κι ο ήλιος δόλωμα που το δαγκώνει. 
Πρωί στο φρύδι, η σιωπή αναρτημένο κάδρο.
Τοπίο ακόμα νηστικό
μόλις που γρατζουνάει την κιθάρα της η μέρα. 
Κοιτάζω αυτόν τον κήπο
το φοίνικα με το έλατο μαζί 
κοιτάζω αυτόν τον τόπο...

Βασίλης Παπάς, Πρωί στο φρύδι, εκδ. Κέδρος, 2003.



Βαγγέλης Ροζακέας

*Αναδημοσίευση από το 1-2.gr και την σελίδα Ποίησης "Εν Φαντασία και Λόγω"

Βαγγέλης Ροζακέας (Καλαμάτα, 1938 - ;)

Αναφορά στον ουρανό

                        Στην Κ. Α.

Κύριε, είχα μια ζεστή καρδιά
σκεπασμένη με κεραμίδια
στην άλλην άκρη τής πολιτείας.
Στην αυλή μου βασιλικό
στα χέρια μου το παράπονο
και στα μάτια μου ένα χριστουγεννιάτικο άστρο.
Αγαπούσα τα πουλιά
χαιρετούσα τούς ανέμους —
και μεγάλωνα.
Ζύμωνα ψωμί με τη βροχή,
Φούρνιζα με τον ήλιο·
Και τάιζα πέντε στόματα.
Ξεφύλλιζα τις μέρες μου
να βρω το πρόσωπο εκείνης
που δεν είχε κανένα παράπονο:
Της μέρας πού έγινε ήλιος.
Στη Γη μας δεν είχα άλλη ημερομηνία
από αυτή πού Εσύ νομοθέτησες: Ερημιά.

Τα βράδυα πού άναβες τ' αστέρια Σου
κι εγώ τη μικρή μου λάμπα
άνοιγα όλα μου τα όνειρα βεντάλια.
Κι είχα πολλά όνειρα. Κύριε!
τόσα πολλά που γέμισε ή κάμαρά μου
και δεν χωρούσαν τα έπιπλα.
και τα παπούτσια μου.
Έπειτα δεν με χωρούσε και μένα...

Ο μυστικός δείπνος των πουλιών, εκδ. Δίφρος, 1962


Δημήτρης Μυταράς

ΤΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ

Γράφω τηλέφωνα 
σε μικρά χαρτιά 
σε ευρετήρια.
Όταν ξεχνώ τους
ανθρώπους
τα ευρετήρια γίνονται 
μικρά νεκροταφεία. 

Δημήτρης Μυταράς, Η Νύχτα, εκδ. Καστανιώτη, 1993.


Βασίλης Κουντζάκης, Μνημεία επαφής

*Από το προφίλ του Βασίλη Ζηλάκου στο FB

Ένα σημείωμά μου (ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ, ΤΧ.190) για την τελευταία ποιητική συλλογή του Βασίλη Κουντζάκη, ενός εκ των πιο γόνιμων και ειλικρινών δημιουργών της γενιάς μου, που εξέδωσε προχθές ένα πολύ ενδιαφέρον τετράπτυχο με τα  πιο τελευταία ποιημάτά του (MNHMEIA EΠAΦΗΣ),  αλλά κι ένα μικρό εργάκι που είχα φτιάξει σε χαρτί πριν πέντε χρόνια και το οποίο του  είχε αρέσει πολύ.  

Αγαπητέ Βασίλη, συγχαρητήρια για τη νέα έκδοση

ΠΟΙΗΣΗ ΜΕΓΑΛΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΤΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΚΑΘΙΣΜΑ είναι η τελευταία ποιητική συλλογή του Βασίλη Κουντζάκη(γεν. 1983) και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εκάτη. Προηγήθηκε η συλλογή   "Δίχως όνομα το 2015 από τις ίδιες εκδόσεις. Το βιβλίο περιλαμβάνει 27 ποιήματα. Ένα σύντομος κατάλογος σημειώσεων όπου ο ποιητής αναφέρει δάνεια και παραφράσεις στίχων, αγνώστων ελλήνων ποιητών, ολοκληρώνει το βιβλίο. Στεκόμαστε σ’ αυτό το σημείο για να δείξουμε τόσο τη δεοντολογική εντιμότητα του γράφοντος όσο και την ποιητική του «μόρφωση» που αναδιπλώνεται γύρω από την αφανή μα φορές ανεκτίμητη εγχώρια ποιητική παράδοση. Όταν αυτή η μαθητεία δεν γίνεται δογματικός προσανατολισμός αλλά δημιουργική συνιστώσα, μαρτυρά σοβαρότητα , ειλικρίνεια και αυτογνωσία, πόσο μάλλον όταν ο αλιέας ποιητής ανοίγεται πέρα από τα χαρτογραφημένα ύδατα των «γνωστών»  ποιητών που με πιθανή εξαίρεση τον Καβάφη και τον Καρυωτάκη «επιβλήθηκαν» στην κοινή συνείδηση  εξαιτίας των διαφόρων αιτημάτων του έθνους για πνευματική αναμόρφωση. Άλλωστε το επιτάσσει  αυτό η ιδιοσυγκρασία του Β.Κ. που δεν αγαπά να εμφιλοχωρεί σε «υψηλές» μυθολογίες, όπως αυτές σμίλεψαν και διατράνωσαν κάποιες παλαιότερες ποιητικές γενιές αλλά στο βίωμα. Στη σύλλογή του συναντάμε κάτι από την μυστηριακή  αισθαντικότητα του Ασλάνογλου, τον εσωτερικό μονόλογο του Βαρβέρη, του Μαρκόπουλου την επιμονή στην αστική και ανθρωποκεντρική γεωγραφία , ενώ το χρονικό ενός Ιωάννου γίνεται εδώ ποίημα. Το βίωμα όμως που προτάσσει δεν εγκιβωτίζεται στην ερωτική διαλεκτική ή πράξη, εν πολλοίς απόρροια της σκηνοθετικής δεινότητας του ποιητή,  αλλά γίνεται ψυχική (και λιγότερο διανοητική) αναμέτρηση με την βαθιά μας ύπαρξη.   
Η μοναξιά, ο κατατεμαχισμένος εαυτός, η νοσταλγία της πληρότητας, η (αστική) περιπλάνηση, η απώλεια μέσα στο χρόνο, η αβέβαιη οδοιπορία για παλινόρθωση είναι κυρίαρχα μοτίβα, το κρυμμένο, το ολότελα και για πάντα χαμένο και το μακρινό σημεία επόπτευσης του ποιητή. Μέσα σε όλα αυτά ο άνθρωπος ορίζεται ως μια φευγαλέα μετάβαση από το πλήρες στο κενό. Παραθέτουμε εδώ ορισμένα κοινά «σημεία». 1. Η ελλειπτική φράση του στίχου που οδηγείται σε αναγκαία παύση έτσι ώστε να ιχνογραφείται η ασθμαίνουσα και αγωνιούσα ψυχολογία του υποκειμένου. 2. Η διαλεκτική, απουσία διαλόγου, ανταλλαγή μεταξύ ενός «εγώ» και ενός «εσύ» . 3.Μία σχεδόν συλλογιστική αναδίπλωση του ποιητικού κράματος. 4.  Η έντονη αισθητοποίηση των εικόνων μέσω ικανότατων μεταφορών και παρομοιώσεων . 6. Η εσωτερίκευση των εξωτερικών εμπειριών που διαπεραιώνεται ξανά στο χώρο και τούμπαλιν δίχως όμως η σήμανση αυτών των εμπειριών να δίνει εύκολα τη σκυτάλη στην αφήγησή τους. 7. Οι λεπτεπίλεπτες και  ιδιαιτέρως επιδέξιες μεταβάσεις μεταξύ αντίθετων καταστάσεων. 8. Η απουσία σωτηριολογικών σχημάτων έτσι ώστε η  κάθαρση να επισυμβαίνει μέσα από το ίδιο το τραγικό σημαινόμενο αλλά και τη διαδικασία της γραφής.9. Η μεταγραφη της πράξης και της εξωτερικής γεωγραφίας σε εσωτερικό βίωμα. Ο Κουντζάκης σκηνοθετεί εκ των ένδον. 
Η ειλικρίνεια καθώς και ο αυστηρός έλεγχος της εικόνας (και της μεταχείρισής της ποιητικά) με γνώμονα την ένταση και την μετάπτωση του αισθήματος είναι οι σημαντικότερές αρετές του βιβλίου. Έχει κανείς την εντύπωση ότι το ποίημα δεν θα μπορούσε να γραφτεί διαφορετικά. Κυρίως καταστέλλεται ο υποκειμενισμός και η εγωκεντρική δυσχέρεια που πλήττουν θανάσιμα την ποίηση,  δεν χάνεται όμως το υλικό κομμάτι της δημιουργίας αφού  ο Β.Κ. δεν υπηρετεί το ποίημα με αφηρημένες λεκτικές υπεκφυγές. Αντιθέτως έχουμε να κάνουμε με έναν ποιητή των μεγάλων συναισθημάτων, κάτι το σπάνιο δηλαδή  στις μέρες μας. Το σημείο της διάκρισής του είναι ότι διαθέτει γνήσια ποιητική ενόραση και επιδεξιότητα στο να εναρμονίζει το ρήμα με το  συναισθηματικό ζώπυρο χωρίς επιτηδεύσεις, αισθητισμούς, φλυαρίες και ψευτιές. 
Αυτή η ποίηση, βαθύτατα υπαρξιακή, που ωστόσο δεν υποκύπτει σε φιλοσοφικούς λυρισμούς ευρωπαϊκών ψευδομεταγγίσεων, είναι  κατά την ταπεινή μου γνώμη η αρτιότερη σύγχρονη μαρτυρία βιωματικής ποίησης.

Βασίλης Ζηλάκος



Κυριακή 4 Μαΐου 2025

Αζύμωτη απόφαση

Απόψε

Καμία μάνα απόψε δε θα πει παραμύθι 
Κανένας καπνός δε θα βγει από την 
καμινάδα
Κανένα φτερό δε θα κινηθεί απόψε
Κάτι φιλιά θα ξαναγυρίσουν στο στόμα
Τα σκαλιστήρια θα μείνουν χωμένα στο 
χώμα
Όλα τα μολύβια θα βάλουν τελεία
Απόψε το φεγγάρι δε θ' ακούσει όμορφα
λόγια 
θα παραμείνει φεγγάρι 
Απόψε θα καθίσουμε να σκεφτούμε
ποια μέρα θέλουμε να ξημερώσει 
Απόψε όλα θ' αλλάξουν χρήση 
χωρίς να πειραχτεί τίποτε από την ομορφιά
Ο τελευταίος κόκκος της απογευματινής
αμμουδιάς
θα κοιτάζει το αυθημερόν ταξίδι του ήλιου 
όπως έκανε πάντα. 

Ν. ΣΤΑΧΥΑΛΟΣ, Αζύμωτη Απόφαση, αυτοέκδοση, ... , ... .


Τηλεφωνικός θάλαμος

Ένα μειδίαμα φυσά και πάλι τα μαλλιά
του γερασμένου κόσμου.

Β. Κουντζάκης, «Φωτοσύνθεση».

Εκεί που σταματάει η σιγή και ξεκινά ο λόγος, ο ποιητής μ’ όλες τις αισθήσεις του προτεταμένες ρίχνεται σε μία περιπέτεια αναψηλάφησης της κοινωνικότητας της αστικής συν-ομιλίας.
Το «εκεί» δηλώνει το μεταίχμιο στο οποίο βρίσκεται καθώς η (συν) ομιλία υποκαθιστά κατ’ επίφαση τη βουβή ατμόσφαιρα. Μέσα στο τηλεφωνικό θάλαμο στεγάζονται πληγές, ενδοιασμοί κινήσεων, ανολοκλήρωτοι ήχοι, ακροτελεύτιοι ψίθυροι.
Ο ποιητής καταγράφει και εποπτεύει το ανερμάτιστο της ανθρώπινης ομιλίας, για να υψώσει ένα μνημείο της σύγχρονης ερήμωσής μας.
Αν στην ποιητική του Βασίλη Κουντζάκη παραγράφεται εξαρχής και προγραμματικά ο ορίζοντας του μεγαλοποιημένου πόνου, ο λυρισμός δεν είναι ούτε χαμηλόφωνος ούτε μετριοπαθής. Αντιθέτως χαρακτηρίζεται από πληθωρισμό και εσωτερική ζωτικότητα που ελέγχεται μόνο μορφικά από το συμφραζόμενο. Δημιουργεί δε μια ποίηση που προσπαθεί να τιθασεύει το θέμα και να επικαλύπτει την πρωταρχική ύλη των γεγονότων όχι με στοιχεία περιγραφικά αλλά με τα εξπρεσιονιστικά θραύσματά τους. Η τάξη των ποιημάτων του είναι ολοκληρωτικά εσωτερική και αποστρέφεται την παράθεση. Έτσι η κύρια αρετή τους είναι η αφαίρεση, η περιεκτικότητα και η συμπύκνωση με εξαιρετικά ρωμαλέα, δηλαδή ευθύβολα ουσιαστικά.

Βασίλης Ζηλάκος

*  * 

ΠΡΟΠΟΔΕΣ

Πέφτει βροχή
χωρίς ήχο

Χαρτιά πλέουν
στον πάτο του πηγαδιού

Μπορείς επάνω τους
να δεις καθαρά
τον γενέθλιο τόπο

Ξερά χόρτα και θάμνοι
κομμένη πέτρα

στο βάθος
μια τρύπα φωτός.

Βασίλης Κουντζάκης, Τηλεφωνικός θάλαμος, εκδ. Εκάτη, 2024. 






Σαν έρημα καράβια

Σαν έρημα καράβια
Και σαν ξωκλήσι στην κορφή
Σαν γερακιού πορεία
Και σαν ξεκούρδιστη χορδή

Ο χώρος δεδομένος
Και εσύ απ' έξω μια ζωή
Ο χρόνος τελειωμένος
Πάντα κοντά, ποτέ μαζί

Σαν τρίξιμο μεσημεριού
Σαν όνειρο κρυμμένο
Όπως ανάσα βραδινή
Σαν τελευταίο τρένο

Ξερολιθιά και βράχος
Άνθρωπος και Θεός μαζί
Ορίζοντας που σβήνει
Στιγμή που δε θα ξαναρθεί

Σαν τρίξιμο μεσημεριού
Σαν όνειρο κρυμμένο
Όπως ανάσα βραδινή
Σαν τελευταίο τρένο

Γραμμές πάντα καμπύλες
Ευθείες μόνο στο χαρτί
Παράλληλες πορείες
Που τις ενώνει μια σιωπή

Σαν τρίξιμο μεσημεριού
Σαν όνειρο κρυμμένο
Όπως ανάσα βραδινή
Σαν τελευταίο τρένο

Σαν τρίξιμο μεσημεριού
Σαν όνειρο κρυμμένο
Όπως ανάσα βραδινή
Σαν τελευταίο τρένο

Υπόγεια Ρεύματα, "Παραλογές", 1995.



Πάνος Θεοδωρίδης

ΓΡΑΜΜΑΤΙΟ

Τώρα ποὺ ἀφήνω τὸν κόσμο καὶ πεθαίνω
ἐνθυμοῦ ποῦ θά 'ταν πρέπον νὰ μὲ θάψεις 
τόσα χρόνια μετὰ τὸν Καρασούτσα ἔχει
σημασία ἕνα γυάλινο δοχεῖο φίσκα στὶς
ἀποβλακωμένες συνουσίες· σύντομα θὰ
πάψω νὰ παραθέτω ὀνόματα στὴν ποίηση
καὶ μὲ σταθερὴ φωνὴ θὰ γεμίζω κασέτες.
Φαντάσου· ἕνας παχὺς καὶ κουρασμένος
φαλακρὸς καβλιάρης εἶμαι, ἀνεξίτηλα
χρεωμένος μὲ τὸ δέρμα σου· φανερώνω
σὲ κάθε ποίημα τόσο πολλὰ ἰδιωτικὰ
προβλήματα ποὺ κανένας δὲν πιστεύει
πὼς εἶναι ἀληθινά· ἀγάπα με ἔντονα
δεῖξε μου τὰ δάκρυά σου  λέγε με Ἀζόρ.

Πάνος Θεοδωρίδης, "Στην Αγκαλιά της Ντεζιρέ", Εκδόσεις Ύψιλον, 1980. 


Γιώργος Κατραούρας

ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΟΠΩΣ

Ανακάθισα σκέφτομαι 
ποιός εμένα θα δικάσει
ποιός θα με καλέσει πίσω. 

Έμιλυ κι όμως
                       πανέμορφη 
απ' ότι έφτιαξα ξέφυγε
συνθήκη ή ιστός; 

Άυλο σώμα που ξάπλωσες 
στο κρεβάτι ξεντυμένος 
είμαι άντρας ή θα γίνω;

*

ΑΧ ΚΑΙ Ο ΠΕΝΑ 

Αγαπητέ Σάντρο 

στα παλιατζίδικα φορέσαμε
τα δικά τους καφτάνια 
κι ήταν έκθαμβοι στη ματιά τους
δεν έμεινε παρά καπνός
στα μάτια τους. 

* * * 

Ο χρόνος και η κοινή του μοίρα
μας έφερε κοντά· τόσο κοντά
που τα πρόσωπά μας έμειναν 
στον κήπο 
γιατί στο σπίτι μέσα
στο παρθένο δάσος
σχεδίασμα άγριο 
φτιάχνει ποιητής
κρατώντας σπαθί. 

Γιώργος Κατραούρας, Τρέμω στο υπερώο, εκδ. Περισπωμένη, Αθήνα 2024.


Νίκος Καραβέλος

KAT' ΙΔΙΑΝ 

Ποίηση 
Είναι μία ιδιαίτερη συζήτηση 
Στον καθρέφτη 
Που έχεις την εντύπωση 
Ότι δεν ακούστηκε. 

Νίκος Καραβέλος, Καθώς μικραίνει ο ύπνος, εκδ. Γαβριηλίδης, 2009

*Alan Davie - Black Mirror, 1952


Βασίλης Κουντζάκης

Φορώντας το γάντι,
κρατώντας το ρόδο, με σύμβολο 
στο μέτωπο, πάνω από ράγες 
και δίπλα στη θάλασσα, σα νύχτα
ροκάνισε το ξύλο, περπάτησε 
στον γαλάζιο διάδρομο.

Β. Κ. 
Μάρτιος 2025 



Στέρης

"Η αγάπη για τον ποιητή, είναι φωτιά που ανάβει τον πολυέλαιο της σκέψης, ο ηλεκτρισμός που δίνει στα κύτταρα λάμψη. Για τον ποιητή, η αγάπη είναι το θαύμα της ζωής." 

Γεράσιμος Σταματελάτος - Στέρης, ζωγράφος, 1898-1987.



Τάκης Αντωνίου

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ
ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ 

Ὅλες οἱ πόρνες τῆς Οἰκουμένης
χυμίξανε καὶ μοῦ βγάλανε τὰ μάτια.

Τὰ βάλανε σὲ μιὰν ἀνοιχτή λειψανοθήκη 
καὶ τὰ γυρόφερναν στοὺς μαχαλάδες
γιὰ νὰ ’βρουνε θεράπειο οἱ ποιητές.

Χωρίς αὐτούς τοὺς ἀγύρτες
ὁ κόσμος εἶναι νεκρός.

Τὸ ἀόμματο πρόσωπό μου
τοὺς βλέπει νὰ περπατᾶνε στοὺς αἰῶνες
ἀγκαλιασμένοι μὲ τοὺς θεούς,
ἀειπάρθενοι στὸν ὡραῖο τους νοῦ
κι ἀπειρόγαμοι στοῦ λόγου τὸ σπέρμα.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΜΟΥ ΑΜΑΡΤΗΜΑ

Ἔκλεψα τὰ λεπτά ἀπ’ τὰ παγκάρια
γιὰ νὰ ψωμίσω τὴν ποίηση.

Τάκης Αντωνίου, Επιγράμματα, εκδ. Imago, Αθήνα 1983.



Γιάννης Χαιρέτης

Η ΠΑΓΙΔΑ

Σήμερα, γιορτή των άσωτων ψυχών·
κι ο νέος ασκητής,
παγιδευμένος σε νυσταλέα προσευχή,
σκιάζεται μην του κλέψουν
την αγνότητά του
τα ξωτικά της Αμαρτίας.

Γιάννης Χαιρέτης, Ο κύκλος των διπλών μαχαιριών, εκδ. Άρδην, 1999. 


Δημήτρης Παπαστεργίου, Δύο ποιήματα

ΠΑΛΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

Διευθέτηση παλιάς αλληλογραφίας
Των φοιτητικών χρόνων 
Και του στρατού

Τα γράμματα των γονιών πάντα δυσανάγνωστα

Όχι, τώρα δε φταίει η αγραμματοσύνη τους 
Φταίνε τα δάκρυα στα μάτια μου
Φταίει και που δεν έχω πια διεύθυνσή τους 
Για να τους απαντήσω 

~*~

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ 

Σε όσους νωχελικούς κι ονειροπόλους
αναγκάστηκαν να δουλέψουν μαρτυρικά
αντί πινακίου φακής 

σε όσους έμαθαν να δίνουν 
ζώντας ανάμεσα σε άρπαγες

σε όσους λάτρεις του Έρωτα 
δεν αξιώθηκαν να τους ερωτευτούν

τι να τους πει ο φόβος της κολάσεως; 
για κόλαση θα μιλάμε τώρα; 

Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου, Furor Scribendi, εκδ. Ars Poetica, 2013.



Γιάννης Χαιρέτης, Δύο ποιήματα

*Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο To Koskino 


Η ΠΟΛΗ

Περιπλανώμενος
στην ερημιά
της εγκαταλειμένης πόλης
θωρώ τη λήθη
με το σάβανό της
να σκεπάζει
καθ’ έργο του ανθρώπου.
Όλα τριγύρω μου
χαλάσματα και όρνεα
που κράζουνε τρομαχτικά’
κι ο Άρχων της φθοράς
την εφιαλτική σκιά του
έχει απλώσει
πάνω απ’ τα παιδιά του.
Μονάχα εκεί,
στην κεντρική πλατεία
-σύμβολο μίσους-
ορθώνεται
φρικτή
η φυλακή.

*

ΚΥΚΛΟΣ

Αναθυμούμενος
Τα χρώματα της νιότης
έδεσα
της μοναξιάς μου τη θελιά,
στα κέρατα
των περασμένων Χρόνων.

Έτσι με βρήκε -γερασμένο-
το πρωί
μ’ ένα παλιό καντήλι,
αναμμένο
να φωτίζει το παρόν
κι ένα μικρό θυμό
να ξαγρυπνά
στην πόρτα της ψυχής μου.

*Από τη συλλογή “Ο κήπος των απολάψεων”, Εκδ. Ελεύθερος Τύπος, Δεκέμβρης 1992.


Θανάσης Μαρκόπουλος

*Από το προφίλ του Θανάση Μαρκόπουλου στο FB 

Περί λύχνων αφάς
Κυριακή 2 Μαΐου 2010 
(1923-2010)

ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

Καιρός του φτερού
καιρός της σπουδής
κι έπεσες κι εσύ στη λούμπα πατέρα
κι όλο μου τηλεφωνείς
ποτέ δε μου γράφεις
όμως αύριο που θα φύγεις
τι θα μείνει να σε θυμίζει πατέρα
εγώ τα γράμματά σου νοσταλγώ
μιας άλλης εποχής
που καρφώνουν τη μνήμη σαν φέρετρο
μ’ εκείνες τις ακίδες της έγνοιας σου
τις εκτενείς αναφορές τα αιφνίδια λάθη
κι εκείνο το γκρέμισμα των σωμάτων
κατά τον τρόπο της βροχής

ΟΙΚΟΔΟΜΟΣ ΕΝ ΑΠΟΣΤΡΑΤΕΙΑ

Σ’ αυτό το κιβώτιο κείτονται
τα σύνεργα του πατέρα
που χτίζανε τον άνεμο
στο δημώδη σκοπό πουλάκι ξένο
και σάρκα φορούσαν στο τίποτα

Σ’ αυτό το κιβώτιο σήπονται 
τα οστά του πατέρα

(Έκδ. 1996)


Μιχάλης Χελιώτης

Το κορμί μου γέμισε βρύα Ξύνομαι ν απαλλαγώ Και τότε ανάβει εντός μου Μια κάψα, μια πυρκαγιά έρωτα. Που πάει; Υπομονή. Θα έρθει το φθινόπωρο...