Τετάρτη 22 Μαρτίου 2023

Άρης Ταστάνης, Δύο ποιήματα (αποσπάσματα)

*Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Παραλύτων στις 3 Δεκεμβρίου. Ο Άρης Ταστάνης (1953- 2013) ήταν ποιητής που έπασχε από μυική δυστροφία και ήταν παράλυτος από 20 ετών.

Η ΛΑΧΤΑΡΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΛΥΤΩΝ

…Λαχταρούμε,
τα χνάρια μας στην παραλία
με ηλιοβασίλεμα
άνεμος θαλασσινός να τα σβήσει.
Λαχταρούμε
από το γείσο των πέτρινων γεφυριών
να εμπιστευτούμε στους γερανούς
την ονειροπόλησή μας.
Λαχταρούμε,
όταν τ’ όνομά μας περιπαιχτικά λαλούν,
στου πελάγου τις απαγορευμένες αρτηρίες να φτερουγίσουμε. Λαχταρούμε,
η ανάσα μας σαν αμυγδαλιάς ανθός
στις κουπαστές των δουλεμπορικών χάδι στοργικό να είναι…
Αχ λαχτάρα!
Πάντα μακρινή κι ανεξήγητη…
Σαν τους σπασμούς στα μαραγκιασμένα κορμιά μας και σαν του άγνωστου ωκεανού τη νοσταλγία…

***

ΣΤΙΓΜΑ

Κάποτε, μπορεί κι αύριο.
Μικρόψυχα θα σε πικράνουν πάλι
και θα δείξουν αίτιο για όλα
το παράλυτο σώμα σου…
Πολλοί, είναι βέβαιο,
θ’ αλλάξουν το βηματισμό τους,
να μη περάσουν κάτω
απ’ το παράθυρό σου
κι άλλοι αφού θα έχουν αποστειρώσει
τα χέρια τους,
φτύσει στον κόρφο τους,
θα σου μιλήσουν
για υπομονή
κι εγκαρτέρηση…

*Πηγή: Γιάννα Βλάχου (Gianna Vlachou)

**Η εικόνα της φωτογραφίας είναι έργο του Bill Bruckner

***Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο ποίησης του Δημήτρη Τρωαδίτη "To Koskino".



Βασίλης Κουντζάκης

*Στο τεύχος 46 του περιοδικού "Τα Ποιητικά" (Ιούλιος - Σεπτέμβριος 2022), δύο ποιήματα από την ανέκδοτη συλλογή "Τηλεφωνικός θάλαμος".



Άγης Μπράτσος

4

Πεσμένοι απόψε οι σφυγμοί της αντοχής.
Αναστενάζεις μήπως και γίνεις θάλασσα.
Στο θαμπωμένο τζάμι επιθυμίες γλυστρούν.
Ευανάγνωστα γράμματα προεκτείνουν το βλέμμα
στην όψιμη θέα του κόσμου.
Κρυφοκοιτάζεις το μέλλον άναυδη,
για το χθες και το σήμερα που κορυφαία στέκουν.
Ώστε αυτό είναι ο χρόνος, μια θαμπή επιφάνεια.
Απόψε ιδανικά διαγράφει κατ' απαίτηση,
αμφισβητώντας όσα μοιάζουν με παραίτηση.
Απόψε τα δάχτυλα αγγίζουν τον χρόνο, για ελάχιστο
διάστημα,
μια και ταχέως γυρνούν όλα στο φυσικό τους
παράστημα.

Άγης Μπράτσος, Prima Vista, εκδ. Οδός Πανός, 1995.


Δημήτρης Κονιδάρης

Φόβος 

Φόβος είν' οι αφίξεις που μαστίζουν 
τα δωμάτια, 
τα ευπαθή τους πράγματα.
Ο καιρός περνάει 
κι ο χαρακτήρας μου αλλάζει.

Περνάει ο καιρός κι ο χαρακτήρας μου
φθίνει 
όπως του κουρασμένου τραγουδιστή η φωνή
(χαράματα σε κέντρο διασκεδάσεως)
ή όπως φθίνουν οι μύες του χεριού του σερβιτόρου
που συγκεντρώνει τ' άδεια πιάτα. 

~*~

Αναβίωση 

Η χάρη εκείνης της αναβίωσης
αδύνατο να περιγραφεί. 
Οι φήμες μιλούσαν 
για ενσαρκώσεις ομορφιάς
για αποθεώσεις ωραίων προσώπων
κι ήταν κατώτερες απ' όσα αξιώθηκαν 
να δουν 
τα τυχερά μάτια μας

(την ευδοκία των βλεμμάτων μεταφέρω κυρίως
για να μη ξεχαστεί).


Δημήτρης Κονιδάρης, Οικείος, 1984.



Μπίλη Βέμη


Τα φώτα είναι που κάνουν τα χρώματα
να υπάρχουν 
κι ας το ξεχνάμε

~*~

Ποιήματα που βουλιάζουν ολοένα
που δεν τα ανάσυρε κανείς

Ποιήματα που βουλιάζουν ολοένα
Μπορείς να τα ξυπνήσεις; 


Μπίλη Βέμη, Τοπίο που σε λένε ποίημα, εκδ. Άγρα, 1987



Πολ Μπλάκμπερν (Paul Blackburn)

Η ΒΕΛΟΝΑ

Δύο τετράγωνα μακρύτερα
          νυχτερινή κυκλοφορία σκίζει ορμητικά
          τη λεωφόρο                    οι γρήγορες μηχανές

Δεν είναι σαν να μπορούσε κάποιος να τη δει 
Δεν είναι σαν τίποτε να μην άξιζε

           Ακόμη και πάνω από τις στέγες
           άστρα σμίγουν με σύννεφα
           Μόνο τα πιο λαμπερά φαίνονται 

Η απόλυτη γραφειοκρατία του μεγέθους και της έλλειψης χώρου
           και συντελεστής της η εξουσία
Μα η γάτα περπατάει στα κεραμίδια τώρα
                                      στη σκοτεινή νύχτα
                                                  στο φεγγάρι 


Πολ Μπλάκμπερν (Paul Blackburn), από την ανθολογία "Η Σκηνή Μπιτ", εκδ. Ερατώ, 1987.




Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2021

Πέτρος Δήμας (δύο ποιήματα)


Η ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ 

Yπάρχει μεσ΄ την κάμαρη, που τη ζωή μου κλείνει,
Κάποιας γυναίκας σεβαστής η προσωπογραφία
Γυναίκας που όλη γνώρισε του κόσμου τη σοφία
Και αγάπησε τη μοναξιά και τη χλωμή Σελήνη

Το βλέμμα της αγγελικό χαμόγελο απαλύνει.
Το ευγενικό της μέτωπο ρυτίδωσε η Ανία.
Τόσο την κούρασε η κρυφή των σκέψεων αγωνία,
Που του θανάτου απόθησε την άχραντη γαλήνη.

Απόψε πάλι ως με θωρεί βαθειά συλλογισμένο,
Μια ψυχική ανύψωση του κάκου να προσμένω,
Βγαίνει απ΄ το κάδρο ιδανική, θαρρώ, και με σιμώνει.

- Απ΄ των ψυχών τους Ουρανούς, μου λέει κατεβαίνω.
Σαν αδελφό μου σ΄ αγαπώ, και σε καταλαβαίνω:
Κι΄ εγώ στον κόσμο επέρασα σκεπτόμενη και μόνη…

(Δημοσιευμένο στην «Νέα Εποχή» της 20-2-1938)


***


ΕΠΙΚΛΗΣΗ

De la musique avant tout shoes
Paul Verlaine

Ω! τα θλιμμένα σούρουπα
τα φθινοπωρινά!
Γιομάτα πλάνους ρεμβασμούς
κι άρρωστη νοσταλγία
γιομάτα απ ΄να ρώτημα
κρυφό, που τυραννά:
«Ώστε ήταν όνειρο, και πάει,
του θέρους η μαγεία; …»

- Πάρτε με και λικνίστε με,
καράβια σιωπηλά.
Με κούρασαν οι λογισμοί
και τα σοφά βιβλία.
(το υγρό φθινοπωριάτικο
σουρούπωμα κυλά
και στάζει εντός μου αβάστακτη
τεφρή μελαγχολία.)
- Πάρτε με και λικνίστε με,
καράβια σιωπηλά.

(Δημοσιευμένο στην «Νέα Εποχή» της 19-12-1937)


*Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα της εφημερίδας "Νέα Εποχή Αγρινίου" 



Άκης Χανδρινός

ΜΑΡΟΚΟ

Τίποτα πριν δε θα μας είχε φέρει τόσο 
απροσδόκητα κοντά.
Κι αν υποτίθεται ότι έφτασε κανείς
Κάποια νηφάλια πεδία μετά από  τ ό σ ο υ ς
μεθυσμένους ακροβατισμούς, 
αν απέκτησε την ήττα ψάχνοντας την εκεχειρία,
τη ντροπή αντί γι’ αξιοπρέπεια,
τη σύμβαση και τον ντετερμινισμό 
αντί για την εναλλαγή τους. 
Μάθετε να μη φοράτε αποσμητικά. 
“Σήμερα ή έστω κι αύριο αλλά χωρίς ντροπή”

Άκης Χανδρινός, Η μνήμη ενός νάρκισσου, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1983.


Απόστολος Μαγγανάρης

ΑΡΧΙΧΡΟΝΙΑ

Είν’ η Ζωή ένα μέρος απ’ το Θάνατο 
Κ’ είν’ όσο μια σταγόνα στον ωκεανό
Κ’ είν’ όσο μια τελεία μέσα στο Σύμπαν.

Δεν ξέρεις τη φυλή σου   ούτε τη ρίζα σου
Δεν ξέρεις ούτε καν για πού τραβάς –
Σε ποια ψυχή να δώσεις την ψυχή σου.
Δεν ξέρεις τι ν’ απόγινε το σπίτι σου – 
Τ’ άφησες τότε που άρχιζεν η βαρυχειμωνιά 
Μπορεί και να μη μπόρεσε ν’ αντέξει. 

Γιατί να γνέθεις σχέδια μέσ’ στον ύπνο σου;
Στον ξύπνο είναι καλύτερα να ονειρευτείς·
Μικρό καλάθι να κρατάς   κι ό,τι χωρέσει.  

Απόστολος Μαγγανάρης, Wondermagica (Γουοντερμάτζικα), 
ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 1976.



Γιάννης Τόλιας

ΦΩΤΕΙΝΟΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΕΣ

Μεσάνυχτα
Η κυκλοφορία μέσα στον εγκέφαλό μου
ρυθμίζεται πλημμελώς
Γι' αυτό έκρινα σκόπιμο 
κόκκινο 
κίτρινο 
πράσινο 
Το τέταρτο χρώμα να είσαι εσύ. 

Γιάννης Τόλιας, Μωβ Σημαία, 1981.